Ισχυρές επιδόσεις σε όλα τα επίπεδα παρουσίασε στο εννεάμηνο η Εθνική Τράπεζα, με την κερδοφορία της να είναι αυξημένη κατά 15% από πέρυσι και την απόδοση των ιδίων κεφαλαίων της να ξεπερνά κατά πολύ το στόχο.
Ειδικότερα, η ΕΤΕ κατέγραψε στο εννεάμηνο Οργανικά κέρδη μετά φόρων €983 εκατ. στο +15% ετησίως, με απόδοση ιδίων κεφαλαίων 17,5% έναντι στόχου για άνω του 16% για το 2024 (επί οργανικών κερδών μετά φόρων).
Τα καθαρά της έσοδα από τόκους στα €1,8 δισ. ήταν αυξημένα κατά 9% ετησίως και αμετάβλητα σε τριμηνιαία βάση, με τα καθαρά έσοδα απο προμήθειες στα €313 εκατ. στο +14% ετησίως.
Τα Οργανικά κέρδη προ προβλέψεων στα €1,5 δισ. ήταν αυξημένα κατά 11% ετησίως, με το κόστος προς οργανικά έσοδα στο 30,5% έναντι στόχου <33% για το 2024.
Οι εκταμιεύσεις της τράπεζας εμφάνισαν αύξηση 18% ετησίως στο εννεάμηνο, με εξυπηρετούμενα δάνεια αυξημένα κατά 1,8 δισ. ετησίως και κατά 0,9 δισ. από την αρχή του έτους.
Τα ΜΕΑ μετά από προβλέψεις διαμορφώθηκαν σε €0,2 δισ. με τον δείκτης ΜΕΑ στο 3,3% και τον δείκτης Κάλυψης ΜΕΑ στο 86%.
Παράλληλα, η ΕΤΕ ενίσχυσε περαιτέρω την κεφαλαιακή της θέση με τον συνολικό Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας στο 21,5% (+130μ.β.) από την αρχή του έτους, τον Δείκτη CET1 στο 18,7% υπερβαίνοντας τον εσωτερικό στόχο της ΕΤΕ ύψους 14% κατά >450μ.β. και το δείκτη MREL στο 26,6%, έναντι εποπτικού στόχου στο 25,3% τον Ιανουάριο του 2025.
Π. Μυλωνάς: Παραμένουμε αφοσιωμένοι στο να διαδραματίζουμε καθοριστικό ρόλο στη στήριξη της ελληνικής οικονομίας
Σχολιάζοντας τις επιδόσεις της τράπεζας ο Διευθύνων Σύμβουλος ΕΤΕ, Παύλος Μυλωνάς ανέφερε:
«Ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης της Ελλάδας παραμένει ισχυρός, με την ανοδική δυναμική του ΑΕΠ να ενισχύεται κατά το Β’ τρίμηνο 2024. Η επιχειρηματική δραστηριότητα έχει τη μεγαλύτερη συνεισφορά στην αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας έως τώρα, συμπεριλαμβανομένων των ισχυρών επενδύσεων σε πάγιο κεφάλαιο ενώ η αγορά εργασίας ακολούθησε, διαδραματίζοντας επίσης έναν αξιόλογο ρόλο. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι ισχυρές δημοσιονομικές επιδόσεις οδηγούν σε περαιτέρω ευνοϊκή ανατιμολόγηση των ασφαλίστρων κινδύνου που σχετίζονται με την οικονομία, ενισχύοντας την ελκυστικότητά της, παρά τις προκλήσεις που απορρέουν από το εξωτερικό περιβάλλον.
Η πρόσφατη διάθεση ποσοστού 10% του μετοχικού μας κεφαλαίου προσέλκυσε ισχυρή και ευρεία ζήτηση από επενδυτές υψηλής ποιότητας. Η επιτυχία της συναλλαγής αντικατοπτρίζει την εμπιστοσύνη των επενδυτών στην ελληνική οικονομία, καθώς και τα ισχυρά θεμελιώδη μεγέθη της ΕΤΕ, τη σαφή στρατηγική μας και την αξιοπιστία μας στην υλοποίηση των στόχων της Τράπεζας.
Το Γ’ τρίμηνο πετύχαμε αξιοσημείωτα οικονομικά αποτελέσματα, με την ισχυρή κεφαλαιακή μας θέση και τον υψηλής ρευστότητας Ισολογισμό μας να παραμένουν βασικά συγκριτικά πλεονεκτήματα. Τα οργανικά κέρδη μετά από φόρους ανήλθαν σε περίπου €1δισ. στο Εννεάμηνο 2024, αυξημένα κατά +15% σε ετήσια βάση, θέτοντας ισχυρές βάσεις για την επίτευξη των στόχων μας για το 2024. Η επίδοση αυτή οφείλεται στην ανθεκτικότητα των καθαρών εσόδων από τόκους έναντι των χαμηλότερων επιτοκίων, καθώς η σχετιζόμενη αρνητική επίπτωση αντισταθμίστηκε από την ισχυρή πιστωτική επέκταση, με τις εκταμιεύσεις μας να ξεπερνούν τα €5 δισ. στο Εννεάμηνο 2024. Τα ισχυρά αποτελέσματα αντανακλούν επίσης τη διψήφια αύξηση των καθαρών εσόδων από προμήθειες, καθώς και τη συνεχιζόμενη ομαλοποίηση του κόστους πιστωτικού κινδύνου, σε συνδυασμό με τη συνετή διαχείριση των λειτουργικών μας δαπανών.
Οι ισχυροί κεφαλαιακοί μας δείκτες συνέχισαν να ενισχύονται, με τον δείκτη CET1 να διαμορφώνεται σε 18,7%, ενώ ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας ανήλθε σε 21,5%, ενισχυμένος κατά +130μ.β. από την αρχή του έτους, μετά από πρόβλεψη για διανομή στους μετόχους ύψους 40% το 2025 από τα κέρδη του 2024. Η ισχυρή οργανική δημιουργία κεφαλαίων μας παρέχει σημαντική στρατηγική ευελιξία, συμπεριλαμβανομένης της μελλοντικής διανομής κεφαλαίου στους μετόχους.
Οι επενδύσεις μας στην τεχνολογία και οι αφοσιωμένοι άνθρωποί μας παραμένουν στο επίκεντρο της στρατηγικής μας, επιτρέποντάς μας να ενισχύσουμε την αποτελεσματικότητα μας, ανταποκρινόμενοι σε μια συνεχώς εξελισσόμενη αγορά και εστιάζοντας στη βελτίωση της εμπειρίας των πελατών μας. Παραμένουμε αφοσιωμένοι στο να διαδραματίζουμε καθοριστικό ρόλο στη στήριξη της ελληνικής οικονομίας, επενδύοντας ενεργά σε αναπτυξιακές πρωτοβουλίες και έργα βιωσιμότητας που προωθούν την ανάπτυξη και τη σταθερότητα».
Κύρια Χρηματοοικονομικά Μεγέθη
Οργανικά κέρδη μετά φόρων σε επίπεδο Ομίλου ύψους ~€1 δισ. το Εννεάμηνο 2024 (+15% σε ετήσια βάση), ως αποτέλεσμα της ανθεκτικότητας των καθαρών εσόδων από τόκους και των ισχυρών εσόδων από προμήθειες
- Το Γ’ τρίμηνο 2024, τα καθαρά έσοδα από τόκους σημείωσαν οριακή αύξηση σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, παρά τα μειούμενα επιτόκια Euribor (-40μ.β. από τα υψηλά του Δ’ τριμήνου 2023), αποτυπώνοντας τα υψηλότερα μέσα υπόλοιπα δανείων, τα αυξημένα έσοδα από ομόλογα, τη βελτίωση του μείγματος καταθέσεων, καθώς και την επιτυχή αναχρηματοδότηση των ομολόγων MREL. Ως αποτέλεσμα, τα καθαρά επιτοκιακά έσοδα ανήλθαν σε €1,8 δισ. το Εννεάμηνο 2024 (+9% σε ετήσια βάση), ενώ το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο διαμορφώθηκε στα επίπεδα των 322μ.β., σχετικά αμετάβλητο σε ετήσια βάση
- Η αύξηση των εσόδων από προμήθειες διατηρήθηκε κατά το Γ’ τρίμηνο 2024 (+2% σε τριμηνιαία βάση) και διαμορφώθηκε σε +14% ετησίως για το Εννεάμηνο 2024, αντανακλώντας τις προμήθειες Λιανικής Τραπεζικής (+17% σε ετήσια βάση). Οι προμήθειες Εταιρικής Τραπεζικής αυξήθηκαν επίσης κατά +8% σε ετήσια βάση, επωφελούμενες από τη νέα παραγωγή δανείων
- Η συγκράτηση του κόστους διατηρήθηκε το Γ’ τρίμηνο 2024, περιορίζοντας την αύξηση των λειτουργικών δαπανών σε +4% ετησίως το Εννεάμηνο 2024, αναπροσαρμόζοντας για την αρνητική επίδραση της συσσώρευσης μεταβλητών αμοιβών κυρίως στο Δ’ τρίμηνο 2023. Ο δείκτης κόστους προς οργανικά έσοδα διατηρήθηκε στο ~30%, διαφοροποιούμενος θετικά από τον στόχο μας για το 2024 κάτω του 33%
- Το κόστος πιστωτικού κινδύνου διαμορφώθηκε σε 52μ.β. το Γ’ τρίμηνο 2024 (54μ.β. το Εννεάμηνο 2024), αντανακλώντας τις ευνοϊκές τάσεις στην ποιότητα του δανειακού μας χαρτοφυλακίου, έναντι στόχου <60μ.β. για το 2024
- Ο δείκτης απόδοσης ιδίων κεφαλαίων διαμορφώθηκε στο 17,5% σε επίπεδο οργανικών κερδών μετά φόρων (χωρίς να αναπροσαρμόζουμε για το υπερβάλλον κεφάλαιο CET1 άνω του εσωτερικού μας στόχου ύψους 14%)
Ο ισχυρά κεφαλαιοποιημένος και υψηλής ρευστότητας Ισολογισμός μας παραμένει βασικό συγκριτικό πλεονέκτημα
- Η πιστωτική επέκταση το Εννεάμηνο 2024 άγγιξε το +€1 δισ. από την αρχή του έτους, ως αποτέλεσμα των ισχυρών εκταμιεύσεων Εταιρικής Τραπεζικής άνω των €4,0 δισ. (+15% ετησίως) το Εννεάμηνο 2024, ενώ και οι εκταμιεύσεις Λιανικής Τραπεζικής διατήρησαν τη θετική τους δυναμική (εκταμιεύσεις άνω του €1 δισ. το Εννεάμηνο 2024)
- Τα εγκεκριμένα μη εκταμιευμένα επιχειρηματικά δάνεια άνω των €2 δισ., ύστερα από εκταμιεύσεις εταιρικών δανείων ύψους ~€1 δισ. τον Οκτώβριο, δημιουργούν προϋποθέσεις υπέρβασης του στόχου πιστωτικής επέκτασης ύψους +€1,5 δισ. για το 2024
- Η έκθεση σε στοιχεία Ενεργητικού σταθερού επιτοκίου παρέχει επιπλέον προστασία έναντι των μειούμενων επιτοκίων, ενώ τα υψηλά καθαρά ταμειακά διαθέσιμα παρέχουν ισχυρή στήριξη στα έσοδα από τόκους και το επιτοκιακό περιθώριο, αντανακλώντας ένα ακόμη συγκριτικό πλεονέκτημα της ΕΤΕ. Ταυτόχρονα, το μείγμα καταθέσεων συνεχίζει να μετατοπίζεται υπέρ των καταθέσεων πρώτης ζήτησης
Ευνοϊκές τάσεις στην ποιότητα του δανειακού μας χαρτοφυλακίου
- Ελλείψει οργανικών ροών ΜΕΑ το Γ΄ τρίμηνο 2024, το κόστος πιστωτικού κινδύνου ομαλοποιήθηκε περαιτέρω
- Τα ΜΕΑ διαμορφώθηκαν σε €1,2 δισ. Ο δείκτης κάλυψης ΜΕΑ από σωρευμένες προβλέψεις ανήλθε σε 86%, με τον δείκτη κάλυψης των δανείων του Σταδίου 3 στο 52%. Τα υπόλοιπα δανείων του Σταδίου 2 διαμορφώθηκαν σε €2.4 δισ. με τον αντίστοιχο δείκτη κάλυψης στο 8%
- Σημαντικό μέρος των ρυθμισμένων δανείων αποτελούν τα δάνεια σε καθυστέρηση κάτω των 30 ημερών
Ο δείκτης CET1 1 ανήλθε σε 18,7%, με το Συνολικό Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας να διαμορφώνεται σε 21,5%
- Η ισχυρή κερδοφορία διαμόρφωσε τον δείκτη CET11 σε 18,7% το Εννεάμηνο 2024, συμπεριλαμβανομένης της πρόβλεψης για διανομή το 2025 40% από τα κέρδη του 2024. Ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας1 ανήλθε σε 21,5%, ενισχυμένος κατά +130μ.β. από την αρχή του έτους
- Ο δείκτης MREL1 του Ομίλου διαμορφώθηκε σε 26,6%, υπερβαίνοντας την ελάχιστη απαίτηση MREL του Ιανουαρίου 2025 ύψους 25,3% κατά 130μ.β.